Πριν από λίγες μέρες, είχα τη μοναδική ατυχία να βρεθώ σε μία από τις πολυπληθείς ουρές φορολογουμένων που περίμεναν στη «Σειρά» για να ρυθμίσουν τα χρέη τους στην εφορία. Το πρώτο πράγμα που διαπιστώνει κάποιος όταν ενταχθεί σε ένα παρόμοιο σύνολο είναι ότι όλοι πλέον έχουν βγάλει από μέσα τους τον Άδωνη Γεωργιάδη που έκρυβαν από παιδιά. Μέσα σε μόλις δύο ώρες κατάφερα και συγκέντρωσα στο μυαλό μου το σύνολο των θεωριών συνωμοσίας που κυριαρχούν χρόνια ολόκληρα στα εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης. Όλοι πλέον έχουν έναν σχετικά κοινό εχθρό. Τους Άλλους. Για όλα φταίει το ΠΑΣΟΚ, η Νέα Δημοκρατία, ο Σύριζα, οι βουλευτές, οι νομάρχες, οι δήμαρχοι, το προσωπικό της βουλής, τα τραστ, οι παγκόσμιοι οικονομικοί κολοσσοί, οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι υδραυλικοί, οι εξωγήινοι, όλοι (οι άλλοι…). Μετά λοιπόν από δύο ολόκληρες ώρες σιωπής και εγκράτειας και αφού μου είχαν απευθύνει το λόγο (χωρίς να λάβουν απάντηση) δεκάδες μαυροπουκαμισάδες ινστρούκτορες και εκατοντάδες γιαγιάδες (ας μου πει κάποιος από που ξεφυτρώνουν συνέχεια!) που ερχόταν κοντά μου για να μου πουν το παράπονό τους αλλά κυρίως για να περάσουν μπροστά μου στην ουρά, τόλμησα και αναφώνησα: «Με όλο το θάρρος, αλλά ας μην τους ψηφίζατε». Παγερή σιωπή διαπέρασε μέσα σε δευτερόλεπτα την αίθουσα και όλοι γύρισαν και κοίταξαν προς το μέρος μου. Και πάνω που πήρα τη χαρά ότι τουλάχιστον για την επόμενη μισή ώρα δε θα άκουγα λέξη από κανέναν, ακούστηκε η κουβέντα που έμελλε να με προβληματίσει: «Και ποιός σου είπε ότι εγώ ψήφισα ΠΑΣΟΚ»? Δεν ήθελε πολύ να γίνει το κακό και ν ανοίξουν οι Πύλες της Κολάσεως. Όλως περιέργως, από τα 100 άτομα που με περιτριγύριζαν, κανείς μα κανείς δεν είχε ψηφίσει ΠΑΣΟΚ! Μάλλον κάτι δεν είχε πάει καλά με τη χρονομηχανή μου και αντί να ξυπνήσω στο Πράσινο Ηράκλειο του 75% ξύπνησα στη Μινωική Κρήτη. «Εσείς οι νέοι, δε σέβεστε κανέναν» μου είπε μία κοντούλα υπάλληλος της ΕΥΔΑΠ. Και μέσα στην ταραχή μου θυμήθηκα και κάτι άλλο:
Τη μεταπολιτευτική Ελλάδα την κατέστρεψα εγώ.
Εγώ, το παιδί του Nitro.
Ήταν πολύ όμορφη η δεκαετία του 1990. Ο πατέρας μου αγόραζε καθημερινά Ελευθεροτυπία όπου διάβαζα το πρόγραμμα της τηλεόρασης, το πρόγραμμα των Αθηναικών Κινηματογράφων, τα Αθλητικά και λίγο αργότερα την απίστευτα αστεία Μαύρη Τρύπα του άγνωστου τότε Θέμου Αναστασιάδη. Το δελτίο ειδήσεων του MEGA, το ευαγγέλιο της καθημερινής μου ενημέρωσης, το παρουσίαζε το Αλάνθαστο Guru, το Golden Boy της ενημέρωσης, ο Νίκος Χατζηνικολάου, και μία μικρή μεταφορά του μισή ώρα πριν ή μετά τις 20:30 ήταν ικανή να ανατρέψει ολόκληρο το εβδομαδιαίο μου μαθητικό πρόγραμμα. Είχα δει το «Black or White» του Michael Jackson σε παγκόσμια πρεμιέρα ένα βράδυ, σε κάποιο δελτίο ειδήσεων του Mega, αυτό δε θα το ξεχάσω ποτέ. Στην τηλεόραση παρακολουθούσαμε οικογενειακώς Απαράδεκτους και Τρεις Χάριτες. Λίγο μετά οι Δέκα Μικροί Μήτσοι ξεκίνησαν να σαρώνουν τις θεαματικότητες. Τα πρωινά της Κυριακής η ΕΡΤ1 έπαιζε «Αρχονταρίκι» και τα μεσημέρια έδειχνε ασπρόμαυρη ελληνική ταινία. Δεν είδα ποτέ ΕΡΤ1. Ο ANT1 έδινε βήμα στο «Όχι στα Νέα του ΑΝΤ1» αλλά και στα «Μπακούρια«, μία νεανική σειρά με αστεία προερχόμενα από λογοπαίγνια και «νεανικές κρυάδες» τα οποία θεωρήθηκαν εκτός κάθε τηλεοπτικής πραγματικότητας, κόπηκαν στο 19ο επεισόδιο, και μέχρι σήμερα είναι η μοναδική σειρά που δεν ξαναπαίχτηκε ποτέ σε επανάληψη. Καινούρια μουσική ακούγαμε μόνο σε πικάπ και φυσικά από το Ραδιόφωνο. Τεράστιος έρωτας το ραδιόφωνο στα 90’s. Οι πολύ πλούσιοι φίλοι μου βέβαια, καθώς και όσοι είχαν πατέρα που έκανε ταξίδια στο εξωτερικό είχαν και walkman. Το πρώτο μου walkman ήταν πορτοκαλί. Και δεν ήταν walkman της SONY, αλλά απομίμηση. Για βίντεοκλίπ ούτε λόγος. Μία Κυριακή μετέδιδε (πάλι το Mega) μία μουσική εκπομπή με το ΑμερικάνικοTop20 της Coca Cola, και αυτό ήταν όλο. Το «MTV» πιο πολύ το διαβάζαμε στο ΠΟΠ και ΡΟΚ και στο Metal Hammer παρά το βλέπαμε. Εκτός του ότι ακούγαμε πολύ μουσική, διαβάζαμε και πολύ μουσική τότε. Το 1994 μετά από αιματηρές οικονομίες κατάφερα και συγκέντρωσα 100.000δρχ και αγόρασα ένα ραδιοcd Phillips. Το περιοδικό MAX στο ανανεωμένο του τεύχος είχε κάνει την προσφορά της δεκαετίας, ένα CD με 6 τραγούδια (!) το πρώτο του Lenny Kravitz και ενώ είχα αγοράσει το περιοδικό κάνα τρίμηνο, το cd δεν είχε βγεί ακόμα από τη χάρτινη θήκη του. Και κάπου εκεί, την σχολική αυλή διαπέρασε «Η Είδηση»:
«Ρε συ, ο εισαγγελέας απαγόρευσε την κυκλοφορία του Κλικ και τώρα που μιλάμε, Αστυνομία το μαζεύει από τα περίπτερα».
Το Κλικ είχε κάνει αφιέρωμα στο σεξ και αποτύπωνε για πρώτη φορά σε χαρτί λέξεις που μέχρι εκείνη την εποχή δε τολμούσαμε καν να διανοηθούμε ότι θα βλέπαμε τυπωμένες με ελαφρύτερη εξ αυτών το «Μαλάκας». Στο σχολείο μου το συγκεκριμένο τεύχος, κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι για πάνω από ένα μήνα. Και όταν λίγο καιρό μετά το θέμα με το «σεξ» ξεφούσκωσε, ο Κωστόπουλος απολάμβανε τις δάφνες του ανθρώπου εκείνου που τα έβαλε με το σύστημα και στο τέλος βγήκε νικητής. Παράλληλα το Κλικ είχε λάβει εντελώς δωρεάν μία διαφήμιση που ούτε στα καλύτερα όνειρα των εκδοτών του δε θα μπορούσε να υπάρχει. Το επόμενο τεύχος του, έγινε sold out.
Ήταν η εποχή που τα περιοδικά τα διαβάζαμε λέξη προς λέξη.
Το 1995 πέρασα στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Στην Αθήνα πιάναμε και MTV και MCM. Χορτάσαμε videoclip. Μετά από ένα χρόνο, αγοράσαμε και ένα βίντεο στην παρέα το οποίο τρία χρόνια έκανε βόλτες γύρω γύρω το λεκανοπέδιο. Είδαμε στο Cinema το Armagedon. Και το Big Lebowsky. Τρεις φορές. Το αγοράσαμε και σε βιντεοκασέτα. O Herb Ritts φωτογραφίζει τη Stephanie Seymour για το Αμερικανικό Playboy, η Linda Evangelista δε σηκώνεται από το κρεβάτι της για λιγότερα από 10.000$ και τα Top Models κυριαρχούν στα εξώφυλλα ανά τον κόσμο με την Ελληνική Γενιά των Μοντέλων Αστέρων να κάνει δειλά δειλά την εμφάνισή της. Το 1998 απέκτησα πρώτη φορά και πρόσβαση στο internet. Έκανα από το Dealing Room του πανεπιστημίου τον πρώτο μου λογαριασμό στη Hotmail. Η μέρα εκείνη που έπαιρνα mail, ήταν άξια ανάρτησης στον Πίνακα Ανακοινώσεων της Γραμματείας. Κινητά τηλέφωνα δεν είχαμε. Αγόραζα τηλεκάρτες με το κιλό για να μιλάω με Κρήτη. Το αστικό τηλεφώνημα κόστιζε μία μονάδα, και μπορούσες να μιλάς όσες ώρες ήθελες με το κορίτσι σου. Η έκφραση «δεν ιδρώνει το αυτί του» σίγουρα εφευρέθηκε από κάποιον που μιλούσε πολύ σε σταθερό τηλέφωνο…
Μάρτιος 2012.
Πριν από λίγες μέρες, στο 3o συνέδριο Social Media, o @tgeorgakopoulos άνοιξε την ομιλία του ως εξής.
«Είμαι ο Θοδωρής. Έχω φτιάξει δώδεκα blogs και είμαι στο Facebook, στο Twitter, στο Google+, στο Instagram, στο Path, στο Foursquare, στο Youtube, στο LinkidIn, στο Tublr, στο Flickr, στο Pinterest στο Vimeo και στο Kindle».
Στο παραπάνω έρχομαι να προσθέσω:
«Είμαι ο Βασίλης. Στο σπίτι μου δεν έχω σταθερό τηλέφωνο, πια δεν το χρειάζομαι. Έχω Internet 32Μbps. Mπορώ να κατεβάσω ένα ολόκληρο άλμπουμ 120MB μέσα σε δύο μόλις λεπτά. Το 1998 κατέβασα το πρώτο μου τραγούδι μέσω της Dial Up γραμμής μου. Eίχε όγκο 4MB και η όλη διαδικασία κράτησε περίπου 2μιση ώρες. Για όση ώρα κατέβαζα το τραγούδι, κανείς δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με την οικογένειά μου μέσω τηλεφώνου μιας και η γραμμή ήταν κατειλημμένη. Τα τελευταία χρόνια έχω αποκτήσει τόση πολλή μουσική, που αν πατήσω σήμερα το play στο iTunes, το playlist θα ολοκληρωθεί σε περίπου 15 χρόνια. Έπαψα να παρακολουθώ τηλεόραση. Έχω να δω δελτίο ειδήσεων από τα επεισόδια του Ιουνίου του 2011 στην Αθήνα, όπου και παρακολουθούσα τη ροή των γεγονότων στο ΣΚΑΙ και στο Timeline μου στο Twitter όπου ακολουθώ 700 άτομα. Εχω 700 φίλους στο FB, μία εποχή είχα κοντά στις 2.000. Διαθέτω καλλιέργεια (μαραμένη πλέον) στο Farmville και έχω (τουλάχιστον μία φορά) κοιμηθεί δύο ώρες αργότερα από την ώρα που πρωτονύσταξα μόνο και μόνο για να καταφέρω να μαζέψω τη σοδειά μου από φράουλες. Έχω iPhone, iPad, δύο laptop και λογαριασμό στο Flipboard. Έχω ίντερνετ μέσω δικτύου 3G και στο κινητό μου τηλέφωνο. Βλέπω μέσω του Youtube περί τα 100 βιντεάκια σε εβδομαδιαία βάση. Εφημερίδες πλέον δεν αγοράζω. Μέχρι τον ερχομό των Social Media αγόραζα τρεις κάθε Κυριακή για δέκα χρόνια. Ελευθεροτυπία, Βήμα και Καθημερινή. Ούτε περιοδικά αγοράζω πλέον. Κάποτε αγόραζα το λιγότερο πέντε κάθε μήνα. Μαζί και το Νίτρο. Παρόλα αυτά παραμένω ερωτευμένος με το χαρτί και το εκδηλώνω αγοράζοντας βιβλία, (αν και μου δίνεται η δυνατότητα και αυτά να τα αγοράζω μέσω του διαδικτύου). Τις περισσότερες αγορές μου τις κάνω εδώ και πέντε χρόνια από το Ebay και το Αmazon. Είμαι συνδρομητής στις ηλεκτρονικές εκδόσεις των Wired και New Yorker, αλλά ποτέ δεν έχω διαβάσει πάνω από τρία άρθρα σε ένα τεύχος. Μου αρέσει περισσότερο η διαδικασία να τα «ξεφυλλίζω». Στο Instapaper μου έχω σταθερά πάνω από 30 άρθρα που ανανεώνονται σχεδόν καθημερινά και περιμένουν να τα διαβάσω. Έφτιαξα blog μόνο και μόνο για να συμμετάσχω στη ψηφοφορία που διοργανώνουν κάθε χρόνο οι Έλληνες bloggers για το album της χρονιάς. Στο player του τηλεφώνου μου έχω πάνω από 60 albums, κάποια από αυτά τα είχα αγοράσει ως φοιτητής σε cd.»
Που θέλω να καταλήξω.
Είναι ο Κωστόπουλος καλός άνθρωπος? Πιθανόν και να μην είναι. Δεν τον έκανα παρέα ποτέ και δεν το γνωρίζω. Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι ξαφνικά, κανείς σε αυτή τη χώρα, δε διάβασε ποτέ Νίτρο και Κλικ. «Οι Άλλοι, οι Κακοί το διάβαζαν«. Προσοχή, δεν υποστηρίζω ότι το διάβαζαν όλοι, συγνώμη όμως που σας το χαλάω αλλά η συντριπτική πλειοψηφία στις παραλίες της χώρας, πιστέψτε με δε μελετούσε τόσα καλοκαίρια Κούντερα. Όλο αυτό τον καιρό, ακούω για την ηλίθια, βολεμένη και νωχελική γενιά που διαμόρφωσε ο «Θείος Πέτρος» με τα κείμενα και τα περιοδικά του. Θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι, once and for all. Επειδή ο Κωστόπουλος έγραφε το 1995 στο Νούμερο Χ της λίστας με τα «100 πράγματα που πρέπει να κάνει ένας άντρας πριν από τα 30 του» ότι πρέπει να περάσει μία νύχτα στο κρατητήριο, δεν πάει να πει ότι τα βράδια παίρναμε τους δρόμους και πλακωνόμασταν με αγνώστους μόνο και μόνο για να βάλουμε «tick» στη Λίστα. Τα κείμενα του Κλικ και του Νίτρο, ήταν αστεία, ήταν ενδιαφέροντα, ήταν επίκαιρα, ήταν εύκολα στην κατανόηση και ήρθαν και γέμισαν ένα γενικότερο κενό πληροφόρησης σε μία περίοδο όπου κανείς δεν είχε τη δυνατότητα να ενημερωθεί για τις εξελίξεις στον κόσμο. Κανένας από εμάς (τους «κακούς») δεν προσποιήθηκε ποτέ ότι διάβαζε «ανώτερη διανόηση». Το περιεχόμενο του περιοδικού ήταν λίγο από όλα. Λίγο Hollywood (για την ακρίβεια το «Hollywood» πρέπει να ήταν η πλέον πολυφορεμένη λέξη στα εξώφυλλά του) λίγο ντόπιο νεότευκτο Lifestyle, λίγο Πολιτικές Ιστορίες, λίγο «Αστεία των Αμάν», λίγο «100 πράγματα για να ρίξετε τη γυναίκα των ονείρων σας», λίγο Αυτοκίνητα, λίγο Σεξ, λίγο από όλα.
Αυτό ήταν το Nitro.
Λίγο από Όλα, στην ουσία του όμως Πολύ από (ένα σχετικό) Τίποτα.
Τα χρόνια περνούσαν, η ποιότητα της πληροφορίας χειροτέρευε μήνα με το μήνα και περισσότερο και τα πρώτα αστεία «Aν είχα κάνα Νitro θα στο έδινα να σκουπιστείς, MEN έχω» έκαναν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους στο μυθικό Comfusio.
Είναι πράγματι πολύ εύκολο για κάποιον με τα σημερινά τεχνικά μέσα να κρίνει την παρουσία δέκα και παραπάνω χρόνων μίας ομάδας ανθρώπων που κατά κάποιους αντέγραφαν περιοδικά του εξωτερικού, για κάποιους άλλους όμως ήταν αυτό ακριβώς το παράθυρο προς το εξωτερικό. Γιατί πλέον, ποιος ο λόγος να περιμένεις 30 μέρες μέχρι την επόμενη έκδοση ενός περιοδικού για να διαβάσεις την τελευταία συνέντευξη της Lady Gaga όταν με τα σημερινά δεδομένα θεωρείς αυτονόητο ότι θα τη διαβάσεις 10 περίπου λεπτά από τη δημοσίευσή της. Γιατί να περιμένεις να διαβάσεις ένα πολιτικό άρθρο όταν υπάρχουν πλέον δίκτυα αρθρογράφων που σου δίνουν ένα τεράστιο φάσμα κειμένων για ανάγνωση και μάλιστα με ρυθμό ανανέωσης 24 ωρών. Το λάθος του Κωστόπουλου ήταν ότι ενώ έβλεπε το τέλος να έρχεται, πίστεψε ότι είχε τον τρόπο με τις ίδιες ακριβώς δομές και τα ίδια ακριβώς κείμενα που χρησιμοποιούσε καθ” όλη τη διάρκεια της εκδοτικής του καριέρας να κρατήσει πιστό σε αυτόν ένα αναγνωστικό κοινό που επί πολλά χρόνια τον στήριζε, ίσως και λόγω έλλειψης εναλλακτικής επιλογής. Πίστεψε ότι ήταν ο «Ένας» και διαψεύστηκε με τον πιο σκληρό τρόπο. Η ύλη του όσο περνούσε ο χρόνος γινόταν ολοένα και πιο ελιτίστικη.
O Κατακλυσμός της Μαζικής διακίνησης της Πληροφορίας κυριολεκτικά τον ισοπέδωσε.
Φταίει ο Κωστόπουλος για το γεγονός ότι έχασε τις επιχειρήσεις του και εκποίησε το σύνολο της περιουσίας του ώστε να καλύψει μέρος των υποχρεώσεών του? Μα είναι προφανές ότι τα χρόνια που πέρασαν, σπατάλησε άσκοπα πολύ χρήμα καταφέρνοντας με αυτό τον τρόπο να γίνει ιδιαίτερα αντιπαθής, ακόμα και μέσα στην ίδια του την επιχείρηση μιας και πλέον σπάνια ακούς κάπου καλή κουβέντα για αυτόν. Αλλά, αυτή είναι η μοίρα των «Πλούσιων και Διάσημων», θα έπρεπε να το ξέρει ότι θα έχει παρόμοιο τέλος, άλλωστε δεν αποκλείεται το τέλος αυτό να το περιέγραψε και σε κάποιο από τα άπειρα καλογραμμένα του editorial. Σε μία κοινωνία, που όλοι ψάχνουν έναν εχθρό στα μέτρα τους, ο Κωστόπουλος κατάφερε με την έπαρση και τον εγωισμό των ετών που προηγήθηκαν και έγινε «Το πρόσωπο Αυτού του Μήνα». Και λέω «Αυτού του Μήνα» μιάς και σήμερα δεν ασχολείται μαζί του κανείς. Πήρε και αυτός για λίγο τη θέση του στο Πάνθεον των προσώπων εκείνων που διαδέχονται διαρκώς το ένα το άλλο ώστε να μπορεί ο κόσμος να εκτονώνει την οργή του. Χτες ήταν ο εκδότης, σήμερα ο τραγουδιστής, αύριο ο πολιτικός, και η λίστα δε θα σταματήσει να ανανεώνεται ποτέ.
Φταίει ο Κωστόπουλος για για την «κατάντια της σημερινής νεολαίας» όπως αυτή αποτυπώνεται καθημερινά σε άρθρα καταπέλτες στο Ελληνικό Internet? Φταίει, όσο ακριβώς φταίει και η ελιά της Cindy Crawdord για την αποτυχία του πειράματος στο Cern. Επιτέλους ας το καταλάβουμε. Για το αν αποτύχαμε σαν κοινωνία δεν φταίει ένα περιοδικό ή ένας εκδοτικός οργανισμός. Φταίει η παντελής έλλειψη παιδείας. Η παντελής απουσία επικοινωνίας εκπαιδευτικών και μαθητών. Η παντελής απαξία του θεσμού της οικογένειας. Ζούμε πλέον σε μία ψευδεπίγραφη «κοινωνία» από την οποία έχει εκλείψει οποιαδήποτε κοινωνική συνοχή, μαζί με κάθε σεβασμό στον συνάνθρωπο. Όλοι τα ξέρουμε όλα, τα μάθαμε από τις εκπομπές του Λιακόπουλου, από τα βιντεάκια των παρακλαδιών του Deptocracy, από τα άρθρα του Βαρουφάκη στο Protagon. Είμαστε όλοι πρόθυμοι στο να διδάξουμε, αλλά απρόθυμοι να διδαχτούμε και να μάθουμε.
Γίναμε ένας λαός πλούσιος σε αποφθέγματα αλλά φτωχός σε γνώση.
Και μας βολεύει πολύ (και) για αυτό να φταίει το Nitro.